Πριν περίπου τρία χρόνια, ο Στέλιος Τσουκιάς είχε κεντρίσει την προσοχή μας με μια εξαιρετική διασκευή στο κλασικό «Άστα τα μαλλάκια σου», αποφεύγοντας μια εύπεπτη ρετρό προσέγγιση. Το δεύτερό προσωπικό του album κυκλοφορεί σε λίγο καιρο και αυτήν την Κυριακή στις 20 Μαρτίου θα έχουμε την ευκαρία να ακούσουμε νέα, αλλά και παλιά, κομμάτια στο live που θα κάνει στο Faust.

Μίλησε το Provocateur για τα χρόνια που ζούσε στο Λονδίνο, όταν έπαιζε σε ένα ρεμπετάδικο και οι Έλληνες της κοινότητας του έβαζαν χρήματα στα μανίκια και έσπαγαν πιάτα στην πίστα, για το ποίημα «Ένας λύκος αισθηματίας», σε στίχους του Αργύρη Χιόνη, το οποίο μελοποίησε πρόσφατα, αλλά για την τυπική συνθήκη που βιώνουν πολλοί νέοι μουσικοί στην Ελλάδα: πρέπει έχεις και μια πρωινή δουλειά για να μπορείς να βιοπορίζεσαι.

Το πρώτο single από το νέο σου album σου είναι η μελοποίηση του «Ένας λύκος αισθηματίας». Πώς προέκυψε αυτή η επιλογή;

Ήταν ο δύσκολος χειμώνας του δεύτερου lockdown και τότε παρακολουθούσα ένα σεμινάριο τραγουδοποιίας που έκανε ο Νίκος Ζούδιαρης στο Μικρό Πολυτεχνείο. Προσπαθούσα να κρατήσω επαφή με την δημιουργικότητα και την έκφραση μέσω της μουσικής. Είχα μουδιάσει με τις οθόνες και τον εγκλεισμό και με όλη αυτή την τρέλα των social media και τον διχασμό. Η παρέα που κάναμε με τον Νίκο και τα υπόλοιπα παιδιά ήταν οξυγόνο. Κάποια στιγμή ο Νίκος μας ζήτησε να μελοποιήσουμε ένα ποίημα, κάτι που δεν είχα ξανακάνει. Γενικώς δυσκολεύομαι να γράψω μουσική σε στίχους που προϋπάρχουν και δεν γεννιούνται σχεδόν ταυτόχρονα. Η Παναγιώτα Βιτετζάκη, η ηθοποιός που συμμετέχει και συν-σκηνοθέτησε το video clip που συνόδεψε το τραγούδι, μου έστειλε το ποίημα αυτό. Το διάβασα, με χτύπησε κατακούτελα -που λέμε- σε μία περίοδο απόλυτης σύγχυσης. Το ίδιο βράδυ έγραψα τη μουσική.

«…Τα πρόβατα θα με κατασπαράξουν»: Αν και γραμμένο το 1983, νιώθεις ότι αυτός ο στίχος περιγράφει με ακρίβεια το κλίμα της εποχή μας και την ευκολία με την οποία κατασκευάζουμε, αλλά κυρίως αποδομούμε «είδωλα»;

Το ποίημα μπορεί να έχει πολλές ερμηνείες και σίγουρα μία μπορεί να είναι και αυτή. Θεωρώ πως τα πάντα ξεκινούν από εμάς και κατά πόσο ξεχνούμε να εξελισσόμαστε, να αναθεωρούμε και να θέλουμε να βλέπουμε την καλή πλευρά του εαυτού μας. Αυτό μας δημιουργεί απίστευτο φόβο που τον εξωτερικεύουμε αλόγιστα και βίαια, αλλά βαθιά μέσα μας όλοι επιθυμούμε να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε. Όταν το ζύμωμα δεν έχει γίνει σωστά εσωτερικά και δεν κάνουμε κάτι για να βγούμε στο φως, η κοινωνία θα φτιάχνει αυτόματα είδωλα και placebo όνειρα. Εμείς θα γινόμαστε λύκοι και θα βγάζουμε τα δόντια μας. Από εμάς γεννιέται.

Ως τραγουδοποιό σε γοητεύει η ελλειπτικότητα και η συντομία της ποίησης να συγκινεί;

Δε διαβάζω ποιήματα συχνά. Η ποίηση, όμως, μου κέντρισε το ενδιαφέρον στον στίχο του Θανάση. Εκεί πυροδοτήθηκε η λάμψη μέσα μου, λες και άνθισε ένας κήπος. Μ‘ αρέσει η πυκνότητα του λόγου που μπορεί να σου εξηγήσει κάτι που για να το περιγράψεις χρειάζεσαι μία σελίδα. Η ποίηση στο δίνει αυτό σε ένα στίχο. Είναι μαγικό. Μετά γεννήθηκε η ανάγκη να μελετήσω κι άλλους τραγουδοποιούς- storytellers. Χάθηκα σε έναν απίστευτο κόσμο ο οποίος μου εξηγούσε τον κόσμο που θα ήθελα να βρίσκομαι, πάντα αναζητώντας τις ουτοπίες. Με έκανε να νιώθω πως φτάνω κοντά στον πυρήνα μου. Δυστυχώς αυτό κρατάει λεπτά, ίσως και λίγες μέρες, κάποιες σπάνιες φορές.

Στο βίντεο κλιπ βλέπουμε έναν άνδρα και μια γυναίκα, άλλοτε να πλησιάζουν και άλλοτε να απομακρύνονται. Είναι μια μεταφορά για τον περίπλοκο χαρακτήρα του έρωτα;

Σαν το πρόβατο με το λύκο ένα πράγμα. Μέσα σε μία κοινωνία οι ρόλοι εναλλάσσονται. Έτσι και στις σχέσεις μας μία επιτίθεσαι και την άλλη κολακεύεσαι και η αγάπη κοιτάει από μακριά. Ας αφεθούμε και ας βάλουμε τον εγωισμό μας στο ψυγείο. Μόνο καλό θα κάνουμε σε εμάς και τους γύρω μας.

Αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω θα ήθελες…

…να δεις τις Τρύπες Live στον Παπαγάλο στη θες/νικη;

…να ήσουν μέλος μπάντας χάλκινων σε ένα βαλκανικό πανηγύρι του 19ου αιώνα;

…να ζούσες τις ηχογραφήσεις του Studio One στην Τζαμάικα των 60s

…να έπαιζες μαζί με τον Πετρολούκα Χαλκιά και τους Ινδούς μουσικούς σε εκείνες τις ιστορικές ηχογραφήσεις;

Πολύ δύσκολο να απαντήσω. «Ταξίδεψα» ήδη σε όλους αυτούς τους κόσμους. Αν πρέπει να περιοριστώ για τώρα, θα έλεγα live τις Τρύπες. Είμαι κοντά ενεργειακά.

Ζούμε σε μια εποχή όπου είμαστε 24/7 δικτυωμένοι, αλλά η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους είναι πιο δύσκολη από ποτέ. Νιώθεις ότι συμβαίνει το ίδιο και με τη μουσική; Ναι μεν υπάρχει καθημερινά τεράστιος όγκος, αλλά κάπως έχει χαθεί η επαφή με τους αποδέκτες;

Δεν έχω ζήσει ως τραγουδοποιός την εποχή που δεν υπήρχε YouTube, digital υλικό και ο κόσμος δεν ήταν πάνω από ένα κινητό. Αυτό μόνο ως έφηβος, αλλά τότε δεν κυκλοφορούσα δίσκους. Σίγουρα έχει χαθεί η ουσιαστική επαφή και στεκόμαστε στην εικόνα από απόσταση και στην επικριτική εκ του ασφαλούς. Το YouTube έχει αρχίσει και αντικαθιστά την τηλεόραση αλλά παράλληλα είναι και το μέσο να μοιραστείς δωρεάν τη μουσική που δημιουργείς σε ένα δωμάτιο. Το πρόβλημα είναι πώς γίνεται το ξεσκαρτάρισμα της πληροφορίας. Ήρθε και ο κορονοϊός και η απόσταση έγινε βίωμα. Θέλει δουλειά για να ξεφύγουμε από τέτοιου είδους βιώματα. Λαχταρώ τη στιγμή που θα βρεθώ σε ένα λάιβ και ο ένας θα είναι πάνω στον άλλο, με την ίδια ενέργεια και μία φωνή.

Η πρωινή σου δουλειά (data scientist) απαιτεί να ερμηνεύεις την πραγματικότητα ως ροή και όγκο πληροφοριών. Πόσο εύκολα γυρίζεις τα απογεύματα τον διακόπτη και από την απρόσωπη ροή πηγαίνεις στο εντελώς και καθόλα προσωπικό της καλλιτεχνικής έκφρασης;

Τα βράδια κυρίως συμβαίνει αυτό. Τότε υπάρχει απόλυτη ησυχία και εκεί σιγά σιγά ξυπνάει το φαντασιακό, λες και θα μπω στον πραγματικό κόσμο. Φυσικά την άλλη μέρα γυρίζω τον διακόπτη, κάτι που είναι επώδυνο. Είναι σα να βρίσκομαι ανάμεσα στον Διονυσιακό και τον Απολλώνιο κόσμο ή αλλιώς, της λογικής και του συναισθήματος. Κατάλαβα μετά από σκληρή μάχη ότι αυτά τα δύο πρέπει να συμφιλιωθούν και να συνυπάρξουν, τουλάχιστον για κάποιο καιρό ακόμα.

Ξεκίνησες από ένα ρεμπετάδικο στο Λονδίνο; Πώς ήταν η εμπειρία;

Έφυγα για το Λονδίνο στα 25 αλλά ξεκίνησα να παίζω σε κοινό σε ένα ρεμπετάδικο στο Καρλόβασι της Σάμου ως φοιτητής. Στην Αγγλία ήταν διαφορετικά. Το κοινό ήταν μεγαλύτερης ηλικίας και κάποιοι είχαν περάσει πάνω από τη μισή τους ζωή εκεί. Οπότε, καταλαβαίνεις ότι το πρόγραμμα είχε διάφορα ευτράπελα και εικόνες cult. Ήταν όμως το οξυγόνο μου σε μία χώρα που με δυσκόλεψε αρκετά να προσαρμοστώ. Σκέψου γύριζα μεσάνυχτα που δεν είχε μετρό παίρνοντας τρία λεωφορεία και κάνοντας περίπου 2 ώρες! Ήθελα να μοιράζομαι τη μουσική και τα συναισθήματα με τον κόσμο. Πάντα αυτό μου φέρνει ευφορία.

Λόγω ομογένειας ένιωθες ότι φλερτάρεις λίγο περισσότερο με ρηχό φολκλόρ;

Σίγουρα. Δεν ήμουν συνηθισμένος σε αυτό και στην αρχή δεν το χώνευα εύκολα. Κάποιες φορές είναι λες και έβλεπα την ταινία «γάμος αλλά Ελληνικά» μπροστά μου. Θυμάμαι μας έβαζαν χρήματα στα μανίκια καθώς παίζαμε ή έσπαγαν πιάτα. Υπήρχαν όμως και ωραίες στιγμές. Όταν καταλάγιαζε η εκτόνωση, έπαιζα πάντα Ξυλούρη και υπήρχε μία ήρεμη σιγή. Χαλάλι και τα τρία λεωφορεία.

Τι άκουσες τελευταία και σε συγκίνησε;

Τις τελευταίες μέρες, λόγω του πολέμου, έχω μπει πάλι στον πάγο. Είμαι σοκαρισμένος και δυσκολεύομαι να δημιουργήσω τη χαλάρωση που χρειάζεται για να νιώσω την όποια προσλαμβάνουσα από τη μουσική στο μέγιστο. Γι’ αυτό και περιμένω πως και πως τα live που έρχονται, να έρθω σε επαφή με τον κόσμο και να τραγουδήσουμε δίχως αύριο. Την τελευταία φορά που ένιωσα μεγάλη συγκίνηση ήταν όταν άκουσα το τραγούδι «Ο κόσμος σου» που ερμηνεύει η Νεφέλη Φασούλη και δημιούργησε ο Φοίβος Δεληβοριάς. Μ’ αρέσει πολύ η ευθραυστότητα που έχει ο ήχος και η φωνή της Νεφέλης σε αυτό το τραγούδι.

*photo credits: Μπάμπης Τσουκιάς