Μια βόλτα στην Αθήνα είναι ικανή να πείσει ακόμη και τον πιο δύσπιστο. Δυο χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, η Ελλάδα μπορεί να μιλάει για τουριστική έκρηξη. Ακρόπολη και Πλάκα τους ανήκει. Δημιουργούν μέχρι και μποτιλιάρισμα στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου τα τουριστικά πουλμανάκια.

Από το Κουκάκι μέχρι τα Εξάρχεια με ενδιάμεση στάση το Παγκράτι τα Airbnb υποδέχονται καθημερινά τους νέους επισκέπτες. Είναι πλέον συνοικίες τουριστών. Και το κέντρο της Αθήνας -ίσως- θυμίζει ένα θεματικό πάρκο, μια Dinseyland γεμάτη μπαράκια και καταστήματά με οτιδήποτε μπορεί να φαγωθεί στα όρθια (αυτά τα street food μαγαζάκια που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια κι έχουν τόση σχέση με το ελληνικό φαγητό όσο τα McDonalds με την υγιεινή διατροφή). Και πολλά νέα ξενοδοχεία, μπουτίκ ξενοδοχεία. Πάρα πολλά boutique ξενοδοχεία λες και παίζεις Monopoly.

Αν τολμήσεις να μιλήσεις για υποβάθμιση του κέντρου αλλά και της τουριστικής εμπειρίας κάθε επισκέπτη, δεν θα πάει καλά η συζήτηση. Δυο χρόνια μπήκαν μέσα πολλές επιχειρήσεις εστίασης και τουρισμού. Φέτος, πάμε για ρεκόρ τουριστών. Κι αυτό σημαίνει πολλά κέρδη. Στα 20 δισ. ανέβηκε ο πήχυς των εσόδων, αύξηση κατά 10% σε σχέση με το 2019. Το 2022 πολλοί αερομεταφορείς από τις ΗΠΑ και τον Καναδά έχουν επενδύσει στην Αθήνα ως προορισμό με τις πτήσεις να έχουν ξεκινήσει νωρίτερα από κάθε άλλη χρονιά. Έχουν εκτοξευτεί τα έσοδα από τους Αμερικανούς τουρίστες. Τι σημαίνει όμως αυτή η εξωστρέφεια για τον Αθηναίο; Ρωτήσαμε πέντε κατοίκους, ιδιοκτήτες καταστημάτων και μαγαζιών εστίασης και ανθρώπους που γνωρίζουν την Αθήνα καλύτερα από πολλούς, να μας περιγράψουν την καθημερινότητά τους το καλοκαίρι που οι τουρίστες ήταν περισσότεροι από τις κατσαρίδες του κέντρου.

Φώτης Βαλλάτος: “Το ιστορικό τρίγωνο της Αθήνας ήταν ανέκαθεν εμπορικό. Και μπορεί να φαίνεται περίεργο, αλλά έχει κρατήσει και τον ιστορικό του χαρακτήρα”

Κέντρο πριν και μετά την καραντίνα, μιλάμε για την ίδια περιοχή;

Πιστεύω ότι δεν επηρέασε (η πανδημία) ούτε αρνητικά ούτε θετικά. Ανέκοψε για λίγο  την ορμητική πορεία ανάκαμψης του κέντρου. Είχε και έχει μια ανοδική πορεία κι αν με ρωτάς η ζωή στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας συνεχίζεται σαν να μην έγινε τίποτα. Σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις (δες πχ το παράδειγμα του Λονδίνου) πολλά μαγαζιά της εστίασης έκλεισαν εξαιτίας της καραντίνας. Στην Αθήνα δεν έγινε μεγάλη ζημιά γιατί και τα ενοίκια δεν αγγίζουν τα ποσά αυτών των μητροπόλεων. Λειτουργεί διαφορετικά ο χώρος της εστίασης, ακόμη, στην Ελλάδα. Έτσι, δεν επηρέασε όσο πιστεύαμε και φοβόμασταν ο Covid-19. Ουσιαστικά, δεν άλλαξε τίποτα.

Μπορεί να έχει ένα ενδιαφέρον βέβαια η εξής λεπτομέρεια, όταν στη διάρκεια του πρώτου lockdown έβλεπες ουρές έξω από τα supermarket άλλων περιοχών, στα δικά μας δεν είχε ουρά. Δεν μένει πλέον ο κόσμος στο κέντρο, μπορείς να μιλήσεις για «ερημοποίηση». Οι μόνιμοι κάτοικοι της γειτονιάς είναι ελάχιστοι.

Έχουμε γίνει αυτό που βλέπαμε όταν ήμασταν οι τουρίστες σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες; Ένα κέντρο που το αποφεύγουν οι κάτοικοι και είναι γεμάτο εστιατόρια και μπαρ για τουρίστες;

Το ιστορικό τρίγωνο της Αθήνας ήταν ανέκαθεν εμπορικό. Και μπορεί να σου φαίνεται περίεργο, αλλά έχει κρατήσει και τον ιστορικό του χαρακτήρα. Υπάρχουν πολλά μικρά μαγαζάκια στην Ρόμβης και στην Πραξιτέλους που δεν αφορούν τους τουρίστες και επιβιώνουν. Και απολαμβάνει ακόμη ο επισκέπτης κάτι από την παράδοση του ιστορικού κέντρου.

Οι τιμές των μαγαζιών του κέντρου θα δημιουργήσουν πρόβλημα στον Αθηναίο;

Λογικά θα γίνει. Κοίτα, αν μελετήσουμε το μοντέλο σε άλλες μητροπόλεις της Ευρώπης, σε Βαρκελώνη και Ρώμη πχ, μπορούμε να προβλέψουμε τι θα γίνει σε δέκα χρόνια. Δεν ήταν ποτέ ένα κέντρο που δημιουργήθηκε για να στεγάσει τους Αθηναίους, ήταν πάντα εμπορικός ο ρόλος του. Κάτοικοι που ήρθαν πριν 15 χρόνια κι ανακαίνισαν παλιά γραφεία και τα μετέτρεψαν σε loft, εννοείται τα εκμεταλλεύονται τουριστικά και πλέον μένουν αλλού. Τα σπίτια τους έγιναν πηγή εισοδήματος. Κι ανοίγουν πολλά ξενοδοχεία, μικρά ή μεγαλύτερα στο κέντρο. Λογικά, όσοι έχουν αγοράσει σπίτια θα δελεαστούν να τα πουλήσουν. Δεν μπορώ να σου πω αν εμείς οι 5-10 που μένουμε στο κέντρο θα συνεχίσουμε τα επόμενα χρόνια να μένουμε εκεί. Είναι απίθανο να υπάρξει ροή κατοίκων προς το κέντρο τα επόμενα χρόνια.

Info: Ο Φώτης Βαλλάτος είναι ο travel editor του Blue Magazine, συνδιοργανωτής του Saristra Festival κι ο άνθρωπος που ρωτάμε όλοι που να φάμε και να πιούμε όταν ταξιδεύουμε στο εξωτερικό και στην Ελλάδα.

Χαράλαμπος Ξερικός: “Οι τουρίστες -όλο και περισσότερο- ζουν μία αλλοιωμένη εμπειρία στα μέρη που τουριστικοποιούνται βάναυσα”

Κέντρο πριν και μετά την καραντίνα, μιλάμε για την ίδια περιοχή;

Σίγουρα όχι, αν και θεωρώ πως η αλλαγή (προς την υπερτουριστικοποίηση) έχει ξεκινήσει πριν την καραντίνα και αυτό που ευχόμουν να επιβραδυνθεί με τον Covid μάλλον επιταχύνθηκε.

Έχουμε γίνει αυτό που βλέπαμε όταν ήμασταν οι τουρίστες σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες; Ένα κέντρο που το αποφεύγουν οι κάτοικοι και είναι γεμάτο εστιατόρια και μπαρ για τουρίστες;

Εδώ θα τολμούσα να μοιράσω το Κέντρο σε αυτούς που απλώς δραστηριοποιούνται σε αυτό και παραμένουν σε μια σχέση επιφανειακή μαζί του και σε αυτούς που κατοικούν ή εργάζονται σε αυτό και έχουν αναπτύξει μια σχέση αγάπης μαζί του. Η πρώτη ομάδα πιθανόν να χαίρεται με τις αλλαγές που πραγματοποιούνται στο Κέντρο, ενώ η δεύτερη ομάδα στην οποία ανήκω και εγώ, μάλλον τρομάζει με αυτές αλλαγές και το μέχρι που μπορούν να φτάσουν (πόσα νέου τύπου ξενοδοχεία χωράνε στην πόλη, πόσο street food, πόσο γαστρονομολάγνοι είναι αυτοί που μας επισκέπτονται, έχει μείνει κάτι πραγματικά αυθεντικό να ανακαλύψουν στην πόλη;) Πάντως να ομολογήσω την αμηχανία που νιώθω όταν με ρωτάνε οι τουρίστες στην γειτονιά μου (Κολοκοτρώνη) που να πάνε να φάνε παραδοσιακό ελληνικό φαγητό.

Οι τιμές των μαγαζιών του κέντρου θα δημιουργήσουν πρόβλημα στον Αθηναίο;

Η πληθώρα των μικρών εξειδικευμένων ή μη καταστημάτων που υπήρχε στο παρελθόν και καθόριζε τη φυσιογνωμία του κέντρου, συρρικνώνεται και τη θέση αυτών των καταστημάτων καταλαμβάνουν οι επαγγελματίες της εστίασης. Το εμπορικό κέντρο εξελίσσεται σε πάρκο αναψυχής τουριστών χάνοντας τον προηγούμενο χαρακτήρα του. Οι έμποροι δίνουν τη θέση τους στην τουριστική βιομηχανία. Θεωρώ πως αυτό είναι ακόμα σε εξέλιξη οπότε δυστυχώς θα δούμε και άλλα ιστορικά καταστήματα να δίνουν τη θέση τους σε εφήμερους ναούς της γεύσης.

Θα γίνουμε τουριστοφοβικοί;

Σε κάποιες περιοχές σίγουρα έχουν υπάρξει τέτοια φαινόμενα π.χ Κουκάκι, Σύνταγμα και μάλλον θα επεκταθούν. Αν και θεωρώ ότι οι τουρίστες -όλο και περισσότερο- ζουν μία αλλοιωμένη εμπειρία στα μέρη που τουριστικοποιούνται βάναυσα, παράλληλα τους ζηλεύω, αφού είμαι αναγκασμένος να εργάζομαι σε μεγάλο μέρος του χρόνου μου και δύσκολα μπορώ να βρεθώ στη θέση τους.

Info: Ο Χαράλαμπος Ξερικός είναι ο ιδιοκτήτης του The Paper Place στην Κολοκοτρώνη και μόνιμος κάτοικος του αθηναϊκού πολύπαθου κέντρου.

Γωγώ Δελογιάννη: “Δεν θα γίνουμε τουριστοφοβικοί. Περισσότερο πιστεύω θα τουριστικοποιηθούν τα νησιά παρά η Αθήνα”

Κέντρο πριν και μετά την καραντίνα, μιλάμε για την ίδια περιοχή;

«Δεν είμαι πολύ βέβαιη, άνοιξα σε μια στοά του κέντρου το μαγαζί μου, τη Στοά Φιξ, ανάμεσα στις δυο καραντίνες. Θα περιμένω το φετινό χειμώνα για να δω πώς θα δουλεύει το κέντρο. Αυτό θα μας δείξει τι συνέβη. Άλλαξε σίγουρα κάτι, ο συνταξιούχος κύριος που κατέβαινε στο κέντρο να αγοράσει αλλαντικά και μπαχαρικά από την δική του συνοικία, πλέον δεν το κάνει. Η αγορά πλέον απευθύνεται σε κατοίκους του κέντρου. Όμως, ως επιλογή εξόδου δεν βλέπω καμία τραγική διαφορά, τη νύχτα βγαίνουν οι Αθηναίοι στο κέντρο, ακόμη. Εντάξει, ίσως το καλοκαίρι κάπως αραιώνουν, είναι και λογικό. Ας πούμε, αν μένεις Πετρούπολη και κάθε δέκα μέρες βγαίνεις στο κέντρο, το καλοκαίρι δύσκολα θα κατέβεις. Ειδικά τα σαββατοκύριακα είναι αμιγώς τουριστικό το κέντρο. Θα σου πω και το εξής, δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία, εγώ το κέντρο το αγαπώ σε κάθε εποχή. Δεν το αλλάζω.

Έχουμε γίνει αυτό που βλέπαμε όταν ήμασταν οι τουρίστες σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες; Ένα κέντρο που το αποφεύγουν οι κάτοικοι και είναι γεμάτο εστιατόρια και μπαρ για τουρίστες;

Δεν το πιστεύω, πολύ δύσκολα ο Αθηναίος θα φύγει από το κέντρο της πόλης του.

Οι τιμές των μαγαζιών του κέντρου θα δημιουργήσουν πρόβλημα στον Αθηναίο;

Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, το πώς θα κινηθεί το κέντρο είναι σε συνάρτηση με το τι θα απογίνει με την τρελή κούρσα των τιμών. Ξέρεις τι ζούμε; Υγιή μαγαζιά με τζίρους αν δεν κάνουν κέρδη, τι θα γίνει με τα υπόλοιπα; Θα κλείσουν όλα; Ξαφνικά, αν συνεχίσουν έτσι τα πράγματα θα κάνουμε μια δουλειά που αφορά την ελίτ. Όταν δεν απευθύνομαι σε όλους, δεν μου φαίνεται σωστό. Εγώ παράτησα μια άλλη δουλειά για να είμαι χαρούμενη, να μαγειρεύω για όλους. Τα βασικά υλικά μας είναι πάνω 45%, τι θα γίνει με τα εισαγόμενα; Τα παράγωγα κρέατος και γάλακτος είναι στο Θεό. Το κέντρο είναι ακριβό. Ναι, πλέον είναι ακριβό. Και φυσικά το χειμώνα θα στηριχτούμε στο μέσο Αθηναίο. Αλλά με 25 ευρώ κουβέρ δεν βγαίνει ο κόσμος και το μαγαζί. Έρχονται σε εστιατόρια και δεν κάνουν κατανάλωση. Το καταλαβαίνω. Τα μαγαζιά όμως είναι γεμάτα και στο τέλος του μήνα τα βγάζουν ίσα ίσα τα έξοδα τους. Σε ένα καφενείο στον Όλυμπο πέντε καφέδες, δέκα αυγά τηγανιτά και ένα τσάι τα πλήρωσα 16,5 ευρώ. Δεν το πίστευα. Δεν υπάρχουν πλέον αυτές οι τιμές στην Αθήνα.

Θα γίνουμε τουριστοφοβικοί;

Δεν θα γίνουμε τουριστοφοβικοί. Θα καταλήξουμε, βέβαια, να είμαστε σαν τους άλλους λαούς. Αυτούς που δεν κάνουν διακοπές στον τόπο τους, θα βγάζουμε καλό μεροκάματο  αλλά τον Μύρτο της Κεφαλλονιάς δεν θα τον βλέπουμε. Ήδη υπάρχουν μέρη που δεν αφορούν τους Έλληνες, η Μύκονος. Επιμένω όμως, εγώ δεν το αλλάζω το κέντρο. Περισσότερο πιστεύω θα τουριστικοποιηθούν τα νησιά παρά η Αθήνα.

Η Γωγώ Δελογιάννη είναι εξαιρετική σεφ και ιδιοκτήτρια της Στοάς Φιξ (Αιόλου 102) και το  γαστρο-καφενείο της πήγε ταράτσα φέτος το καλοκαίρι (Στοά Φιξ  στην ταράτσα του Mosaikon Hostel, Κολοκοτρώνη 61, Σύνταγμα). Συνεχίζει να σερβίρει το πιο ενδιαφέρον street food της Αθήνας στην καντίνα της πλατείας Αυδή, Γαλιάντρα (Γιατράκου 4).

Θάνος Προυναρούς: “Η Αθήνα αλλάζει τρέχοντας, το ίδιο και εμείς”

“Η Αθήνα αλλάζει τρέχοντας, το ίδιο και εμείς. Το στοίχημα θεωρώ πως είναι η πόλη  να παραμείνει και να ενισχύσει τον θετικό κοσμοπολιτισμό της, που θα επιτρέψει και στους κάτοικους της να είναι και να νοιώθουν μέρος του παγκόσμιου γίγνεσθαι και όχι στην άκρη αυτού.  Να μπορούν μέσω αυτού το κοσμοπολιτισμού να ανταλλάξουν ιδέες και πολιτισμό. Η πόλη πρέπει να αναπτύσσεται συνεχώς μέσω αυτών των διεργασιών, όχι μονάχα οικονομικά αλλά και πολιτισμικά και σε θέματα γνώσης και παιδείας και σύγχρονων προβληματισμών. Το Baba Au Rum και το In Love Again δουλεύουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Να παραμείνουν διεθνή και να ενώνουν μέσα από την διασκέδαση και την ψυχαγωγία αλλά και την γαστρονομία του ποτού του καφέ και της ζαχαροπλαστικής όλους τους ανθρώπους”. 

Info: Ο Θάνος Προυναρούς είναι ο δημιουργός του Baba Au Rum που φιγουράρει σταθερά στη λίστα των World’s 50 Best Bars και του In Love Again που έκανε την Κλειτίου ακόμη πιο γλυκιά και hip.

Μαρία Ναθαναήλ: “Αν δεν αντιστραφεί η εξοργιστική αύξηση των τιμών των ακινήτων, θα αλλάξει εντελώς η σύνθεση του κόσμου και θα γίνει ένα non-space για προνομιούχους”

Κέντρο πριν και μετά την καραντίνα, μιλάμε για την ίδια περιοχή;

Και ναι και όχι. Ναι, γιατί ξαναβουΐζει με κόσμο, κι ακόμα περισσότερο καθότι η ανάγκη για το «έξω» ολοένα φουντώνει μετά από δύο χρόνια σκληρής απομόνωσης. Ναι, γιατί η κίνηση των οχημάτων επέστρεψε δυναμικά και αγκαλιά το καυσαέριο. Ναι, γιατί επανήλθαν δυναμικά οι συναυλίες, τα πάρτυ, τα σινεμά, τα κλειστά και τα open-air, οι μεγάλες παρέες στα μαγαζιά.

Όχι, καθώς τα πάρκα διατήρησαν- ευτυχώς- κατοίκους που τα ανακάλυψαν για πρώτη φορά στο lockdown και είναι cool να πας βόλτα με τον καφέ σου και τη μπύρα σου εκεί αντί να αράξεις σε καφέ ή μπαρ. Όχι, γιατί έχει πλημμυρίσει πια με τουρίστ@ και expats που εγκαταστάθηκαν ή περνάνε μήνες στο νέο Μπερλίν, μια συνθήκη αμφίσημη. Όχι, γιατί έχουν πολλαπλασιαστεί τα boutique hotel, τα short term apartments και τα ενοίκια έχουν περάσει τη στρατόσφαιρα ενώ οι μισθοί είναι στην εποχή των παγετώνων και…λίγο λιώνουν.

Έχουμε γίνει αυτό που βλέπαμε όταν ήμασταν οι τουρίστες σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες; Ένα κέντρο που το αποφεύγουν οι κάτοικοι και είναι γεμάτο εστιατόρια και μπαρ για τουρίστες;

Νομίζω ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμη σε αυτό το σημείο, αλλά, δυστυχώς, αυτή φαίνεται να είναι η δυναμική. Ειδικά όταν οι τιμές των ενοικίων έχουν αρχίσει να είναι απαγορευτικές για τ@ κατοίκ@ γεγονός που αναγκαστικά θα εξορίσει τον κόσμο του κέντρου. Και η πολιτική βούληση αυτή την κατεύθυνση ευνοεί, να είναι η Αθήνα το απόλυτο τουριστικό κέντρο και όχι απλά σημείο μετάβασης στα νησιά. Αν δεν αντιστραφεί η εξοργιστική αύξηση των τιμών των ακινήτων, θα αλλάξει εντελώς η σύνθεση του κόσμου και θα γίνει ένα non-space, σαν τα αεροδρόμια, όπου μπορούν και βολτάρουν και καταναλώνουν οι προνομιούχ@ του κόσμου τούτου. Ελπίζω ότι όλ@ όσ@ αυτοπροσδιοριζόμαστε ως Αθηναί@ του κέντρου -και συμπεριλαμβάνω πλέον όλες τις υπέροχες προσθήκες από κάθε λογής χώρα – θα βαστήξουμε μέχρι να υποχωρήσει η παράνοια και θα αντισταθούμε στην επέλαση του «800 Ευρώ για 50τμ κάτω από την Πατησίων; Ακούγεται λογικό».

Οι τιμές των μαγαζιών του κέντρου θα δημιουργήσουν πρόβλημα στον Αθηναίο;

Όπως ανέφερα και πριν, είμαστε ακόμα σε μεταβατική φάση και υπάρχουν σημεία στο κέντρο με φυσιολογικές για την εποχή τιμές. Στο μέλλον, ποι@ ξέρει; Θα αποκτήσει άλλο νόημα το «Παρίσι γίναμε». Επιμένω, γιατί είμαι φύσει και θέσει αισιόδοξη – ή επιπόλαιη – ότι κάποιες περιοχές, όπως τα Εξάρχεια, το Μεταξουργείο, η Κυψέλη, θα αντισταθούν. Το παιχνίδι έχει χαθεί στα ενοίκια (μια πονεμένη ιστορία στην οποία θα επανέρχομαι μέχρι το τέλος του κόσμου) αλλά νομίζω στις τιμές για θέατρο, σινεμά, live, φαγητό και ποτό θα διατηρηθεί μια ανθρωπιά και για την παλιά φρουρά.

Θα γίνουμε τουριστοφοβικοί;

Όλες οι λέξεις που κρύβουν μέσα τους το φοβικό, με απωθούν. Είναι ωραία να προχωράμε στη ζωή με έναυσμα την επιθυμία, όχι τον φόβο. Η απάντηση, πάντως, εξαρτάται από το πώς θα εξελιχθεί η πόλη πολιτικά και πολεοδομικά. Αν γίνουμε disneyland, σίγουρα ο φόβος θα κυριαρχήσει. Αν όμως, δεχόμαστε τουρίστ@ που έρχονται σαν επισκέπτ@ ή σαν εξερευνητ@  πολιτισμών και όχι ως ορδές καταναλωτικών βαρβάρων, η αρμονική συνύπαρξή μας θα μας επιτρέψει να είμαστε ανοιχτές και πρόσχαρες οικοδέσποινες με όρεξη να εξηγήσουμε, να βοηθήσουμε και να ξεναγήσουμε. Και γιατί όχι, να εξερευνήσουμε το ένα το άλλο.

Μέχρι τότε, ας απολαύσουμε το προβληματικό και αγαπημένο μας καλοκαιρινό κέντρο με τις σαββατιάτικες λαϊκές, τις υπαίθριες προβολάρες, ποτάρες, παρτάρες και τα από ολούθε πολύχρωμα πλάσματα που δεν είναι εκθέματα.

Info: H Μαρία Ναθαναήλ είναι  Υπεύθυνη Επικοινωνίας στις Νύχτες Πρεμιέρας (Athens Open Air Film Festival & ΔΦΚ της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας) και Υπεύθυνη Επικοινωνίας και Νομικής Έρευνας στο Vouliwatch.