Ας το παραδεχτούμε τώρα που έχουμε κάθε λόγο. Από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή υπόθεση στα Γλυκά Νερά, κάτι δεν μας κολλούσε, κάτι ήταν λάθος. Από την εξιστόρηση των γεγονότων, μέχρι τη σχεδόν ψυχρή παρουσία του συζύγου της Κάρολαϊν μπροστά στις κάμερες. Η σύζυγός σου δολοφονήθηκε δίπλα στο παιδί σου και σχεδόν δίπλα σε εσένα και έχεις τη νηφαλιότητα να απαντάς πως εύχεσαι “να μη συμβεί σε κανέναν άλλο αυτό”; Πώς; Δεν τολμούσαμε να πούμε δυνατά πως όλο αυτό κάτι ξυπνούσε μέσα μας, γιατί είχαμε πίσω από το γυαλί έναν άντρα, έναν σύζυγο που πενθούσε. 

Τελικά το ένστικτό μας ήταν σωστό. Ναι, δολοφονήθηκε η Κάρολαϊν, αλλά όχι από ληστές, αλλά από τον άντρα που είχε τα κλειδιά του σπιτιού της, τον πατέρα του παιδιού της, έναν άνθρωπο που εμπιστευόταν βαθιά. Η υπόθεση της Κάρολαϊν δεν μας έκανε τη χάρη να μη μπει στη λίστα με τις γυναικοκτονίες, που σε αυτή τη χώρα ακόμα δεν αναγνωρίζουμε ως τέτοιες. Ακόμα εθελοτυφλούμε απέναντι στο πώς οι γυναίκες χάνουν τη ζωή τους στα χέρια αντρών. Αντρών που στις περισσότερες περιπτώσεις εμπιστεύονται, αγαπούν, σταμάτησαν να αγαπούν, χώρισαν ή ήθελαν να χωρίσουν, δέχονταν τη βία τους μέχρι να βρουν τη δύναμη να σπάσουν τον φαύλο κύκλο. 

Ο όρος γυναικοκτονία ενδεχομένως είναι πολύ βαρύς για μια κοινωνία που έχει μάθει να δικαιολογεί συμπεριφορές με βάση της την πατριαρχία. Δεν τον δέχεται, παρόλο που είναι ο τέλειος ορισμός-ομπρέλα κάτω από τον οποίο γυναίκες γύρω μας δολοφονούνται. Γυναικοκτονίες είναι οι στοχευμένες δολοφονίες γυναικών λόγω του φύλου τους από τον πατέρα, από τον εν διαστάσει σύζυγο, από τον ζηλιάρη σύντροφο, από τον βιαστή που μισεί. Πρόκειται για την πιο ακραία έμφυλης βίας, καθώς ο άντρας θύτης -έχοντας αποτύχει να επιβληθεί με άλλους τρόπους στη γυναίκα που θεωρεί δική του- ασκεί τον απόλυτο έλεγχο πάνω της στερώντας της τη ζωή. Από τη γυναικοκτονία στη Μακρινίτσα, φτάσαμε σε αυτή της Αγίας Βαρβάρας και τώρα στεκόμαστε μουδιασμένοι απέναντι σε αυτή της Κάρολαϊν, η οποία έχει ακόμα ένα χαρακτηριστικό που μας στοιχειώνει: την θρασεία σχεδόν ενορχήστρωση μιας ολόκληρης “περσόνας” και των κινήσεών της. Τον συνετριμμένο και καλά πατέρα και σύζυγο, που μιλούσε με αγάπη στα social media για τη νεκρή σύζυγό του. Νεκρή από τα χέρια του εν τω μεταξύ. 

Είναι σχεδόν αστείος ο τρόπος με τον οποίο μια κοινωνία ηθελημένα τυφλή μπροστά στην αλήθεια, μεταχειρίζεται τον δολοφόνο ανάλογα με το στάτους του. Πρέπει να είναι σοκαρισμένη σήμερα, που ο γυναικοκτόνος είναι ορθόδοξος, μορφωμένος, πιλότος, καλό παιδί. Το καλό παιδί που αγκάλιαζε τη μητέρα της γυναίκας που είχε σκοτώσει λίγες μέρες πριν. Το καλό παιδί, ο υπεράνω πάσης υποψίας. Ο σωστός νεαρός που σύναψε σχέση με ένα έφηβο κορίτσι όταν εκείνος ήταν στα 20κάτι. Το παντρεύτηκε το κορίτσι, άρα δεν είναι παιδεραστής. Το αποκατέστησε το έφηβο κορίτσι, για να μην κριτικάρουν και οι γείτονες, γιατί το θηλυκό είναι εμπόρευμα, κρέας που πρέπει να πουληθεί φρέσκο, με κλίμακα μέτρησης “φρεσκάδας” τα ωάρια που του απομένουν, όπως μας απέδειξε και η πρόσφατη διοργάνωση του συνεδρίου για τη γονιμότητα. 

“Ποιος δεν τα έχει κάνει αυτά;”, αναρωτήθηκαν πολλοί, απαντώντας πως είναι πολύ συχνό το φαινόμενο έφηβων κοριτσιών να συνάπτουν σχέση με άντρες κοντά και μετά τα 30. Πράγματι, συμβαίνει, αλλά αυτό δεν το κάνει αποδεκτό, ούτε φυσιολογικό. Απλώς μαθαίνει σε πολύ νεαρή ηλικία τις γυναίκες να δέχονται χειριστικές συμπεριφορές και πατρονάρισμα από άντρες που φιλοδοξούν να τις πλάσουν, να τις “φτιάξουν”, να τους “μάθουν” και αυτή είναι μια λούπα που αν μια γυναίκα είναι τυχερή, την αναγνωρίζει και φεύγει από αυτή, περπατώντας πάνω στα συντρίμμια. Αν δεν είναι τυχερή, καταλήγει στραγγαλισμένη δίπλα στο βρέφος της, με τον σκύλο της πνιγμένο στην αυλή και τον άντρα της να οργανώνει δίωρα σχέδια για το πώς θα καλύψει τον φόνο, δένοντας με ψυχραιμία και υπομονή των εαυτό του, μέσα στον χρόνο που θεωρεί ότι χρειάζεται μέχρι να έρθει η αστυνομία που ο ίδιος κάλεσε και μέχρι να μπει στον ρόλο του συγκλονισμένου και μόνου “καλού άντρα και συζύγου”.

Ακόμα ένα καλό παιδί που έφτυσε μόνο του το ίδιο το στερεότυπο που το γέννησε.