Ήταν κάποιο βράδυ Παρασκευής του Δεκέμβρη του 1997, όταν η Πέπη και η Αναστασία, ήρθαν στο μπαρ έχοντας από ένα βιβλίο στην τσάντα τους. Το ένα ήταν το Άρωμα του Ονείρου, το άλλο Ο Τρυποκάρυδος. Και τα δύο του Τομ Ρόμπινς. Δεν χρειάστηκε να διαβάσω περισσότερο από την πρώτη σελίδα για να είμαι σίγουρος πως βρήκα έναν αγαπημένο συγγραφέα.

Το παραπάνω περιστατικό επιβεβαιώνει τη θεωρία μου: Υπάρχουν κάποιοι συμπαντικοί, άγραφοι κανόνες που εμφανίζονται μοιραία και αναπάντητα, για να αλλάξουν τη ζωή ανθρώπων εισάγοντάς τους σε σύμπαντα ιδιαίτερα. Στη δεκαετία του 1990, υπήρχε ένας συμμαθητής στο σχολείο που σου πρότεινε να ακούσεις τους Κατσιμιχαίους και σου έδινε μια κασέτα με τα τραγούδια τους (κασέτα είναι κάτι σαν cd, ένα ορθογώνιο πλαστικό αντικείμενο που έμπαινε σε ένα μηχάνημα της εποχής που λεγόταν κασετόφωνο). Στη συνέχεια σου έδινε μια κασέτα που έγραφε «Βασίλης Παπακωνσταντίνου Best of». Κάπως έτσι, έμπαινες στο σύμπαν της Ελληνικής ροκ. Ήταν κάτι σαν τελετουργία.

Ανάλογη ήταν και η τελετουργία σε ό, τι αφορά τη λογοτεχνία. Από τις βιογραφίες των Κομπέιν, Μόρισον, στην ποίηση του Αγγελάκα, στον Καζαντζάκη, ο Τομ Ρόμπινς ήταν το εφαλτήριο για να βουτήξει κανείς στους μπίτνικς, στον Μπουκόφσκι και στη συνέχεια στους κλασικούς Αμερικανούς, τον Χέμινγουεϊ, τον Στάινμπεκ, αλλά και στην ποίηση του Ντίλαν.

Τι έκανε τον Ρόμπινς αγαπητό στο κοινό; Αντιμετωπίζοντας το παράδοξο ως κοινοτυπία, δεν ήταν μόνο η αλέγκρα αφήγηση, το ευρηματικό του χιούμορ, αλλά και αυτοί οι ιδιαίτεροι ήρωες, με τους οποίους, όταν δεν ταυτιζόσουν, σίγουρα θα τους ήθελες στην παρέα σου. Ακούγεται απλό για να το πετύχει ένας συγγραφέας αυτό, αλλά μόνο απλό δεν είναι!

«Όταν ένας αναγνώστης τελειώνει ένα από τα βιβλία μου… θα ήθελα να βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με αυτή που θα είχε αφού είχε παρακολουθήσει μια ταινία του Φελίνι ή μια συναυλία των Grateful Dead» δήλωνε σε μια συνέντευξη στο περιοδικό January.

Το ταλέντο δεν είναι ποτέ αρκετό, ωστόσο είναι η επιμονή, που σύμφωνα με τον Ρόμπινς, κάνει ένα κείμενο αξιομνημόνευτο. Έτσι, δεν κουραζόταν να συμβουλεύει τους επίδοξους συγγραφείς: «Αντιμετωπίστε ξανά κάθε πρόταση, αμφισβητήστε τη για τη διαύγεια, την ακρίβεια, την πρωτοτυπία και τον ρυθμό. Εάν δεν ανταποκρίνεται στην πρόκληση, εργαστείτε πάνω σε αυτό μέχρι να το κάνει».

Ο Τομ Ρόμπινς, λοιπόν, ο οποίος λοιδόρησε το κατεστημένο των ΗΠΑ, του οποίου τα κωμικά μυθιστορήματα για κορίτσια με υπερμεγέθεις αντίχειρες που κάνουν ωτοστόπ, μυστικούς πράκτορες που δρουν υπό την επήρεια κάνναβης και μυστικιστές χρηματιστές, έφυγε από τη ζωή την Κυριακή, σε ηλικία 92 ετών.

«Αν υπάρχει μία λέξη – αν έπρεπε να διαλέξεις μία λέξη για να περιγράψεις τη φύση του σύμπαντος – νομίζω ότι αυτή η λέξη θα ήταν το παράδοξο. Αυτό ισχύει από το υποατομικό επίπεδο, μέχρι την κοινωνιολογία, την ψυχολογία, τη φιλοσοφία έως και τα κοσμικά επίπεδα» έλεγε σε μια συνέντευξή του το 2001.

Το 2000 ο Ρόμπινς συμπεριλήφθηκε στη λίστα των 100 καλύτερων συγγραφέων του 20ου αιώνα του περιοδικού Writer’s Digest . Κάποια χρόνια πριν, ο κορυφαίος Ιταλός κριτικός, Φερνάντο Πιβάνο, χαρακτήριζε τον Ρόμπινς ως τον «πιο επικίνδυνο συγγραφέα του κόσμου».

Ακολουθώντας τα χνάρια του Τομ Ρόμπινς

Γεννημένος στις 22 Ιουλίου 1932, στο Blowing Rock της Βόρειας Καρολίνας, η ζωή του Robbins ήταν όσο πολύχρωμη και αντισυμβατική ήταν και το στιλ γραφής του. Μεγάλωσε εξερευνώντας τα βουνά του Blue Ridge και αυτή η «ατμόσφαιρα», η σκοτεινή και άγρια, τον επηρέασε βαθιά, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας που έχει διαβάσει τη δουλειά του.

Ήταν ο πιο άτακτος της τάξης του, βρέθηκε στην Κίνα όταν κατετάγη στην Πολεμική Αεροπορία κι επιστρέφοντας, όργωσε τις ΗΠΑ με ωτοστόπ -σαν γνήσιος μπίτνικ, βυθίστηκε στην αντικουλτούρα της δεκαετίας του 1960 δουλεύοντας ως δημοσιογράφος.

Ο Ρόμπινς εφηύρε ένα στιλ γραφής ιδιαίτερο, άμεσα αναγνωρίσιμο, αψήφησε την κατηγοριοποίηση, ύμνησε το παράλογο, υπηρέτησε τη λογοτεχνική φόρμα και πρωτοτύπησε με τη σκέψη του. Μπορεί το λογοτεχνικό κατεστημένο να μην τον συμπαθούσε και ιδιαίτερα, θεωρούσε το έργο του λιγότερο σημαντικό έναντι άλλων, ωστόσο οι στρατιές των φανατικών αναγνωστών του υπενθύμιζαν στη βιομηχανία του βιβλίου πως ο Ρόμπινς μόνο τυχαίος δεν είναι.

Σημαντικά έργα του είναι το «Another Roadside Attraction» του 1971 (το οποίο θα βρείτε με τον Ελληνικό του τίτλο, «Αμάντα, Το Κορίτσι της Γης», τίτλος – έπος) είναι το μυθιστόρημα που τον έκανε γνωστό στους λογοτεχνικούς κύκλους, το «Even Cowgirls Get the Blues» του 1976 («Ακόμη και οι Καουμπόισσες μελαγχολούν»), το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο και το “Jitterbug Perfume” του 1984 («Το Άρωμα του Ονείρου») ο Ελληνικός τίτλος. Αυτά του έφτιαξαν το όνομα, αλλά δεν έμεινε εκεί…

Ο Ρόμπινς υπήρξε εκείνος ο παραμυθάς που έπλεκε το πραγματικό με το παράλογο τόσο αρμονικά, που έκανε τα όρια τους δυσδιάκριτα. Μέσα από το έργο του αμφισβήτησε κάθε δομή κι έδωσε στους αναγνώστες του το κουράγιο να δουν μια άλλη πλευρά των πραγμάτων και της ζωής, πιο φωτεινή, πιο ανάλαφρη… Κι όμως, οι διαπιστώσεις που κάνει στην αναζήτηση ενός νοήματος, στα υπαρξιακά ερωτήματα, κάθε άλλο παρά γελοίες είναι.

28 χρόνια αφότου διάβασα τον «Τρυποκάρυδο» δεν παύω να είμαι ευγνώμων στον Ρόμπινς, στην Πέπη και στην Αναστασία για αυτό. Είναι η πρώτη φορά που γράφω για τον Ρόμπινς πικραμένος. Και η τελευταία.