Μια κινηματογραφική μεταφορά, ένα φρεσκάρισμα, που κανένας δεν ζήτησε και πολλοί μετάνιωσαν που είδαν. Μπεν Γούτλι αν σε είχα φίλο στα σόσιαλ θα σε έκανα unfollow. Και θα σου άξιζε. Κι αν ήσουν το αγόρι μου μπορεί να σου πετούσα το βιβλίο της Δάφνης Ντι Μοριέ κατακέφαλα μπας κι αντιληφθείς το βασανιστήριο που μας υπέβαλες.

Τι μου έμεινε από την ταινία;

Τα ρούχα της Λίλι που οι φυλλάδες τρώνε ψωμάκι με τα σκάνδαλά της προσωπικής της ζωής με παντρεμένους. Τα τοπία του Μονακό λες και βλέπω εκπομπή του Ευτύχη Μπλέτσα. Και η Κίρστιν Σκοτ Τόμας που δεν άντεξε την σκηνοθεσία και έπεσε από τα βράχια. Τι όχι;

Τι θα έπρεπε να μου μείνει;

Η ερμηνεία της ενζενί Λίλι Τζέιμς που γνωρίζει πλούσιο χήρο αριστοκράτη και από τα βαμβακερά εσώρουχα κάνει upgrade στα δαντελένια. Ο ρόλος του Άρμι Χάμερ, δικαιωματικά ο Μάρλον Μπράντον του 2020 και δεν το λέω για καλό, που αν δεν τον υποδυόταν ναρκοληπτικά θα δικαιολογούσε την παρουσία του σε αυτή την ταινία. Και η σκηνοθεσία του Μπεν Γούτλι που ανέλαβε ένα αριστούργημα και παρέδωσε ένα καλογυαλισμένο διαφημιστικό για three piece κοστούμια.

Κι αν πρέπει να επιστρέψει κανείς στο Μαντερλέι, οφείλει να δικαιολογήσει το γιατί. Αν πρέπει κανείς να εξηγήσει σε έναν ιδιοσυγκρασιακό σκηνοθέτη τι σημαίνει ρομαντικό γκοθ μυθιστόρημα σίγουρα δεν είναι το Netflix. Που μας έδωσε το Great Gatsby γυρισμένο από 14χρόνα tiktokers και μαγάρισε το μοναδικό όσκαρ του Χίτσκοκ. Δεν ξέρω τι σκέφτεται η Αλίσια Βικάντερ για τη συνεργασία τους στο Tomb Raider μετά τη “Ρεβέκκα”.

Ο Χίτσκοκ μισούσε την ταινία. Γιατί αν βάλεις έναν Βρετανό σκηνοθέτη σε ένα στούντιο με Αμερικάνους της χολιγουντιανής βιομηχανίας πιθανότατα θα μαλώσουν. Αυτός όμως ο Βρετανός σκηνοθέτης, 80 χρόνια μετά,  ή πάσχει από ναρκισσισμό ή έχει άγνοια κινδύνου. Αν δεν θέλεις να σε συγκρίνουν με το Χίτσκοκ, δεν κάνεις ταινία του Χίτσκοκ. Ούτε καν διαφορετικό μπλοκμπαστερικό ανέβασμα. 

Η υπόθεση της ταινίας είναι πιστή στο πρωτότυπο. Μια άπειρη κοπελίτσα που εργάζεται στο πλευρό μιας ανυπόφορης πλούσιας γριάς Αμερικανίδας γνωρίζει γοητευτικό άνδρα, χήρο και θλιμμένο στο Μόντε Κάρλο. Ζούνε ένα έρωτα όλο τρέλα, λες και βλέπουμε σκηνές από το “Όσο υπάρχουν άνθρωποι”, παντρεύονται σε χρόνο dt και την πηγαίνει στην έπαυλη του στη Κορνουάλη, το Μαντερλέι. Εκεί αυτή βαριέται και παθαίνει εμμονή με την πρώην του, μια καλλονή που είχε κερδίσει την καρδιά της Κρίστιν Σκοτ Τόμας, της οικονόμου της. Παίζει κάτι ανάμεσα σε πέσιμο και bullying, γίνεται ένα πάρτι κι ένα δικαστήριο και μια αυτοκτονία. Τέλος. 

Βαριέσαι κι εσύ δυο ώρες που βλέπεις το remake που δεν είναι remake αλλά κακέκτυπο. Η χημεία ανάμεσα στο ζευγάρι είναι ανύπαρκτη. Περισσότερη χημεία έχει η Κρίστιν Σκοτ Τόμας με τη συγχωρεμένη. Η δε έπαυλη το μόνο που σου θυμίζει είναι το ιλουστρασιόν σκηνικό από το Enola Holmes. Έχω δει Αγκάθα Κρίστι ταινίες στο BBC που ρίχνουν τρία αστεράκια σε αυτό το υποτονικό φαρσικό δράμα του Γουίτλι.