Η υπόθεση με το κορίτσι στην Ηλιούπολη είναι από εκείνες που σε παραλύουν. Όχι μόνο με τα «συστατικά» από τα οποία είναι φτιαγμένη αυτή η κτηνωδία, αλλά και για την απελπιστική ανικανότητα εύρεσης της πολυπόθητης «κάθαρσης». Το κορίτσι, που από τα 11 του χρόνια ζει μια τραγωδία, έζησε άλλη μια κλεισμένη για ένα μήνα σε ένα σπίτι με ακόμα έναν βασανιστή της -γιατί η έμφυλη βία έχει πολλά κεφάλια- αλλά και στην αστυνομία, στην οποία κατέληξε να περιφέρεται από γραφείο σε γραφείο, χτυπημένη, βιασμένη και κουρασμένη, χωρίς να της επιτρέπεται να μιλήσει με τους δικηγόρους της. Με λίγα λόγια, χωρίς καν να έχει το δικαίωμα να δει ένα σημάδια κάποιας λύτρωσης άμεσα. Στο μεταξύ, η αστυνομία, κατά τα άλλα, τα βάζει με στόκους που θυμίζουν κοκαΐνη, ξεγελώντας μας με ντεμέκ αποτελεσματικότητα που φλερτάρει με τη γελοιότητα. Γνωστή η συνταγή, άλλωστε.

Ξυπνήσαμε για άλλη μια φορά με ένα θύμα στη σέντρα, το οποίο είναι γυναίκα, και έχει ζήσει την αδικία που πάει αγκαζέ με το φύλο του από τη νεαρή ηλικία των 11 ετών. Ένας πατέρας βίαζε συστηματικά την κόρη του, υποχρεώνοντάς τη να επιδίδεται σε σεξουαλικές πράξεις μέσα στο σπίτι τους. Ένα πλάσμα, γνωρίζοντας το πρόσωπο της απόλυτης κακοποίησης, έπεσε θύμα ενός «σωτήρα» που δεν άργησε πολύ να δείξει το πραγματικό του πρόσωπο. Ο 41χρονος αστυνομικός, κλείνοντάς τη σε ένα σπίτι στην Ηλιούπολη, την απομόνωσε παντελώς από το περιβάλλον της -ίσως την έσωσε θα σκεφτόταν κανείς- και αφού την ανάγκασε να κλείσει όλους της τους λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να μην έχει πια κανένα στίγμα σε έναν κόσμο που συνεχίζει να κινείται ενώ οι γυναίκες του δυστυχούν, τη βίαζε κατ’έξακολούθηση, με απειλή όπλου και την εξέδιδε μέσω Internet. Ένα θύμα από κακοποιητή σε κακοποιητή, από το ένα ακατάλληλο χέρι στο άλλο. Ποια κοινωνία ακριβώς να δώσει στις γυναίκες της την επιλογή του να ξέρουν πως δεν έχουν ανάγκη κανένα άλλο χέρι, πέρα από το δικό τους.

Τι γίνεται όταν μια κακοποιημένη με κάθε πιθανό τρόπο γυναίκα, καταφεύγει στην αστυνομία; Όταν ο θύτης είναι του συναφιού, το θύμα από ό,τι φαίνεται καταλήγει να περιφέρεται χτυπημένο, βιασμένο, σοκαρισμένο από γραφείο σε γραφείο, χωρίς καν να έχει δικαίωμα να επικοινωνήσει με τους δικηγόρους του. Από ό,τι φαίνεται, η απουσία των κατάλληλων ατόμων και διαδικασιών για παραβάσεις που μπαίνουν στα και καλά αχαρτογράφητα νερά της έμφυλης βίας, έρχεται ακόμα μια φορά σε σύγκρουση με τα ανέμελα πρόσωπά μας. Μια κακοποιημένη γυναίκα δεν πηγαίνει σε ένα ειδικό τμήμα, στελεχωμένο με προσωπικό εκπαιδευμένο για τέτοιες καταστάσεις και συνθήκες, που να ξέρει τι να πει, τι να κάνει, πώς να το πει και πώς να το κάνει. Όλα αυτά, τη στιγμή που σε αστυνομικές ατζέντες διεθνώς, υπάρχει ένα μέτρο, ένα μπούλετ, ένα βελάκι που σύμφωνα με το οποίο μπορεί ας πούμε ένας βιαστής ή/και παιδεραστής, να παραπεμφθεί σε ειδικό ψυχίατρο που να μπορεί να μεταβάλει τις σεξουαλικές του φαντασιώσεις και να σταματήσει να μεταβάλει θηλυκότητες, παιδιά, άτομα σε εν δυνάμει θύματά του.

Αυτή η υπόθεση για ακόμα μια φορά τονίζει με υποσυνείδητο τρόπο στις γυναίκες πως ελπίδα τους, ή μάλλον μοναδική ελπίδα τους, είναι οι άλλες γυναίκες. Γιατί η κοπέλα αφού κατάφερε να δραπετεύσει από την κόλαση που ζούσε, απευθύνθηκε σε μια εργαζόμενη εστίασης στην Ηλιούπολη και από εκεί ανέλαβε η φεμινιστική οργάνωση “Witches of the South”, γιατί κάθε φορά η απάντηση στην ερώτηση «και πού χρησιμεύει σήμερα ο φεμινισμός» πρέπει να έρχεται πακέτο με μια γυναίκα-θύμα. Μη με ρωτήσεις πόσες ακόμα φορές θα πρέπει να αυτοεκπληρωθεί αυτή η προφητεία. Φοβάμαι, πολλές. Αυτή η υπόθεση, εκτός από έναν πατέρα ακατάλληλο, έναν άντρα που κακοποιούσε για χρόνια την ίδια του την κόρη, μας φέρνει και έναν αστυνομικό κατηγορούμενο για αδικήματα που καλύπτουν τον μισό σχεδόν ποινικό κώδικα, ο οποίος αποφάσισε πως μια μπλούζα με στάμπα-παραπομπή σε εταιρεία παραγωγής πορνό ήταν μια καλή ιδέα. Γιατί όχι, στην τελική;

Βασικά, η υπόθεση αυτή, δυστυχώς, μας αποδεικνύει πως με έναν τρόπο είμαστε μόνες, η μια δίπλα στην άλλη, αλλά μόνες, απέναντι σε θύτες, πατεράδες, πρώην, νυν, πιλότους, κακοποιητές, βιαστές, sex traffickers, αστυνομικά γραφεία, γραφειοκρατικές γελοιότητες και έναν κόσμο που μας θυσιάζει σε έναν βωμό που έχει σαπίσει και κινδυνεύει να σαπίσει τους πάντες περιμετρικά. Ακόμα και αυτούς που τον συντηρούν. Ναι, την πατριαρχία. Πέρα από αυτό, μας αποδεικνύει πως η αστυνομία έχει απίθανα αντανακλαστικά, απλώς μόνο όταν χρειάζεται να μαζέψει κανέναν πεσμένο Πικάσο άρον άρον από κανένα ασφουγγάριστο πάτωμα ή όταν ο στόκος μοιάζει με κοκαΐνη ή το αντίστροφο.