Ας ξεκινήσουμε με ένα σκληρό δεδομένο: ένα στα δέκα παιδιά έχουν υποστεί κακοποίηση. Τώρα ας συνεχίσουμε με την ιστορία ενός παιδιού που έχει βρει τη θέση του σε αυτό το εξοργιστικό ποσοστό, την Ε. Η Ε. δεν είναι πια παιδί, χρειάστηκε να ξεπηδήσει από πολλές ηλικίες και να βιώσει πολλές διαδικασίες -όχι καλές- για να μοιραστεί την ιστορία της και να φτάσει στην καταγγελία και τη μήνυση. Μιλώντας στο Omnia TV, ζητά από την Άννα Νίνη να μην αναφέρονται στον θύτη ως ‘αδερφό της’, αλλά ως κατηγορούμενο. Και μετά ξεδιπλώνει την ιστορία της.

Είχε μόλις τελειώσει την τελευταία τάξη του Δημοτικού όταν ένας συγγενής της έφερε στη ζωή της το τραύμα της κακοποίησης. Αυτό κράτησε για αρκετό καιρό και είχε ως αποτέλεσμα η Ε. να παντρευτεί το μετατραυματικό στρες το οποίο έκανε έντονη την παρουσία του με πολλούς τρόπους, από καταθλιπτικές περιόδους και κρίσεις πανικού μέχρι απόπειρες αυτοκτονίες. Τέσσερις για την ακρίβεια. Τα πράγματα γίνονταν ακόμα χειρότερα όταν οι συνθήκες την ανάγκαζαν ακόμα και να ξαναζεί στο ίδιο σπίτι με τον κατηγορούμενο, σε σημείο που κατέληξε να εισάγεται σε ψυχιατρικό ίδρυμα.

Η παιδική σεξουαλική κακοποίηση αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες ανάπτυξης μετατραυματικού στρες και διασχιστικής διαταραχής. Τα συμπτώματα της μετατραυματικής διαταραχής (εφιάλτες, επώδυνες ανακλήσεις μνήμης, αποφευκτική συμπεριφορά, αδρανής συμπεριφορά και αυξημένη εγρήγορση) αποτελούν τα κύρια συμπτώματα των περισσότερων θυμάτων παιδικής κακοποίησης. Η Ε. πέρασε από όλα τα στάδια, μέσα στα χρόνια που είχε ασυναίσθητα αποφασίσει να καταδικάσει τον εαυτό της σε σιωπή. Ίσως και όχι τόσο ασυναίσθητα, ίσως να είχε ένστικτο. Όταν αποφάσισε να μιλήσει στη μητέρα της, η απάντηση ήταν «θα μας κάνεις ρεζίλι». Πώς καταλήγει ένα κακοποιημένο πλάσμα με αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα στη δικαίωση.

Αυτό το «θα μας κάνεις ρεζίλι» στοίχειωσε την Ε. η οποία χρειάστηκε να βρει τα άτομα που θα την πιστέψουν, θα τη στηρίξουν και θα της δώσουν θάρρος για να κάνει επιτέλους μήνυση.

«Μου είχαν μιλήσει για τον άγνωστο με τις καραμέλες στο πάρκο, μου είχαν πει τί και ποιόν να προσέχω εκτός σπιτιού. Κανείς δεν μου είχε πει πως μπορεί να μου συμβεί αυτό στο σπίτι μου, την ώρα που κοιμάμαι, την ώρα που κάνω μπάνιο. Ναι, κι όμως συμβαίνει στα ίδια τα σπίτια μας. Συμβαίνει από ανθρώπους που ξέρουμε και αυτό κάνει δυσκολότερο το να το συνειδητοποιήσουμε. Κάνει ακόμη δυσκολότερο το να μιλήσουμε γιατί κανείς δεν μιλάει γι’ αυτό, κανείς δεν θέλει να το δεχτεί αυτό και να κοιτάξει κατάματα το πρόβλημα. Εγώ πήρα την απόφαση 15 χρόνια μετά και λίγο πριν την πλήρη παραγραφή του αδικήματος υπέγραψα τη μήνυση ενάντια σε μέλος της οικογένειας μου. Την πρώτη μέρα κοιμήθηκα με τη μήνυση κάτω από το μαξιλάρι μου. Την ημέρα που πέρασα την πόρτα του δικηγόρου, ήταν η μόνη φορά μετά από τόσα χρόνια που ένιωσα ότι κερδίζω τη φωνή μου», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Στη δίκη που εκδικάστηκε σε α’ βαθμό τον Ιανουάριο του 2019, η Ε. βγήκε νικήτρια. Ναι, την κέρδισε τη φωνή της, παρά τον απαξιωτικό λόγο της εισαγγελέως, η οποία  απευθυνόταν στην Ε. σαν να είναι η ίδια κατηγορούμενη σε κάποιες περιπτώσεις. η Ε. αντιμετωπίστηκε με σεβασμό από τον πρόεδρο του δικαστηρίου, ο οποίος δίνοντας έμφαση σε όλα τα στοιχεία που προσκομίστηκαν και στη μαρτυρία της, απέδειξε με τις ερωτήσεις προς τον κατηγορούμενο, τόσο τις αντιφάσεις του, όσο και την ενοχή του.

Ο θύτης καταδικάστηκε σε 3 χρόνια με αναστολή, με το δικαστήριο να του αναγνωρίζει το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας και του πρότερου σύννομου βίου. Αποδείχθηκε όμως μέσα από τη συγκεκριμένη υπόθεση, πως υπάρχει η δυνατότητα απονομής δικαιοσύνης ακόμη και αν υπάρξει καταγγελία μετά από πολλά χρόνια, έτσι ώστε ο θύτης να αντιμετωπίσει τις ευθύνες των πράξεών του. Πως δεν είναι ποτέ αργά να μιλήσει ένα άτομο για τη σεξουαλική κακοποίηση στην οποία το υπέβαλαν, ακόμη και αν η υπόθεση του στα πλαίσια της ποινικής δικαιοσύνη κοντεύει να αγγίξει την παραγραφή του αδικήματος. 

Η Ε. νίκησε από τη στιγμή που άρχισε να μιλάει γι’ αυτό που της έκανε ο κακοποιητής. Η ιστορία της, είναι μια ιστορία μιας γυναίκας που κατέκτησε τη χειραφέτηση και τη φωνή της, κόντρα σε ένα νοσηρό οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον που την απέτρεπε από το να μιλήσει για το βίωμα της και να το καταγγείλει, όπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις που ο θύτης προέρχεται από το ίδιο το οικογενειακό περιβάλλον.

Για τη δίκη σε β’ βαθμό που εκδικάζεται στα μέσα Φεβρουαρίου, δημιουργήθηκε μιθα πλατφόρμα για την οικονομική ενίσχυση, ώστε να συγκεντρωθεί το ποσό που απαιτείται για τη νομική υποστήριξη της κατηγορίας. Αλλά, περαιτέρω και για την ηθική ενίσχυση, για να παροτρύνει κι άλλους ανθρώπους με παρόμοιο βίωμα να καταγγείλουν το δικό τους περιστατικό, να διεκδικήσουν τη φωνή τους, να μην αφήσουν το τραύμα στη σφαίρα του «ανεπανόρθωτου». Για να μιλήσουν εκείνα τα άτομα που πίστεψαν πως δεν θα ακουστούν ποτέ.